Εν Όψει του Προβλήματος της “Χρυσής Αυγής”

(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» της 25. 5. 2013)

Γιώργος Κασιμάτης*

Το πρόβλημα των εγκληματικών πράξεων μελών και οπαδών της “Χρυσής Αυγής” έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα αντιμετώπισης πολιτικών κομμάτων των οποίων πολιτικές αρχές και θέσεις είναι αντίθετες προς τις αρχές της προστατευόμενης από το Σύνταγμα αστικής δημοκρατίας, ιδίως δε όταν μέλη η οπαδοί τους τελούν, εν ονόματι αυτών των αρχών, εγκλήματα.  Η πάγια θέση μου είναι η ακόλουθη:
Ανέκαθεν υποστήριζα στις νομικές μου μελέτες και στην πανεπιστημιακή διδασκαλία  και εξακολουθώ να υποστηρίζω το σύστημα της «ανοιχτής δημοκρατίας»: της δημοκρατίας εκείνης που είναι ανοιχτή και διασφαλίζει πλήρη ελευθερία έκφρασης και διακίνησης όλων των πολιτικών αρχών, ιδεών, γνωμών και θέσεων, ακόμη και εκείνων που έρχονται σε άμεση λογική αντίθεση με τις θεμελιώδεις αρχές της δημοκρατίας που εγγυάται το Σύνταγμα. Η θέση μου αυτή θεμελιώνεται σε δύο λόγους: Ο πρώτος είναι η ουσιαστική έννοια της δημοκρατίας, η οποία δίνει απεριόριστη τη δυνατότητα συμμετοχής όλων των μελών της, μέσω του λόγου και της νόμιμης δράσης, στο πολιτικό γίγνεσθαι δημοκρατικής κοινωνίας. Πρέπει να ξέρομε ότι η άσκηση δημοκρατικής διαλεκτικής, ακόμη και με αντίθετο προς τη δημοκρατία λόγο, προάγει και χαλυβδώνει τη δημοκρατία. Ο δεύτερος λόγος  είναι η σκληρή ιστορική εμπειρία: Όταν αρχίσει κάνεις να βάζει όρια σε ιδέες και θέσεις, δεν υπάρχει τέλος. Όπως δεν υπάρχει τέλος, όταν αρχίσει να απαγορεύει πολιτικά κόμματα ή πολιτικές οργανώσεις λόγω αντίθεσης των θέσεών τους στο Σύνταγμα. Κάθε προσπάθεια δήθεν «διαφύλαξης» της δημοκρατίας οδήγησε σε σοβαρές παραβιάσεις μέχρι και την ανατροπή της δημοκρατίας. Διαφωνώ πλήρως με την έννοια της λεγόμενης «αμυνόμενης» ή «μάχιμης»  δημοκρατίας, που υποστηρίζεται στη Γερμανία, μιας δημοκρατίας, δηλαδή, οπλισμένης αστυνομικά για κάθε περίπτωση αντίθεσης: συχνά οδήγησε σε παραβίαση της δημοκρατικής νομιμότητας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Από την ελευθερία των πολιτικών ιδεών διαφέρει ριζικά η εγκληματική δράση, η οποία θα πρέπει να πατάσσεται αμείλικτα και με ιδιαίτερη αυστηρότητα, όταν πλήττει την ίδια τη δημοκρατική αρχή, τις λειτουργίες του πολιτεύματος, όπως π.χ. της Βουλής, ή όταν παραβιάζει δικαιώματα του ανθρώπου, όπως τα εγκλήματα ρατσιστικών διακρίσεων. Το κράτος, αν θέλει, έχει όλα τα μέσα να θέτει εκποδών  τέτοια εγκληματική δράση.
Τέλος, οφείλομε να επισημάνομε το έξης: Όταν εγκληματικές πράξεις αυτού του είδους τελούνται από μέλη ή οπαδούς  ενός πολιτικού κόμματος ή μιας πολιτικής ή άλλης οργάνωσης, είναι δε φανερό ότι τις πράξεις αυτές κατευθύνουν ή ευνοούν, άμεσα ή ηθικά, το πολιτικό κόμμα ή η πολιτική οργάνωση, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις οργανωμένου εγκλήματος, το οποίο διώκεται σήμερα στο εθνικό και στο διεθνές επίπεδο ιδιαίτερα αυστηρά. Η αρμόδια εισαγγελική αρχή και οι ανακριτικές αρχές έχουν υποχρέωση να κατευθύνουν τις έρευνές τους προς αυτή την κατεύθυνση. Σε περίπτωση δε που το πολιτικό κόμμα ή η πολιτική οργάνωση αποδεικνύεται αναμφισβήτητα και επανειλημμένα ως φορέας οργανωμένου εγκλήματος, τότε είναι φανερό ότι έχει παραβιάσει τον ίδιο το σκοπό και το καταστατικό του και μπορεί να τεθεί έκτος νόμου, μόνο, όμως, για τη δράση του, ενώ οι ιδέες του μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο και σκοπό νέου κόμματος ή νέας οργάνωσης.
Πειραιάς, 21. 5. 2013


* Ο Γιώργος Κασιμάτης είναι Ομ. Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών